- μυξαδενία
- η [μυξαδένας]νόσος που οφείλεται σε ανατομική αλλοίωση ή λειτουργική διαταραχή τού μυξαδένα.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
μυξαδενικός — ή, ό [μυξαδένας] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον μυξαδένα 2. (το αρσ. και το θηλ. ως ουσ.) ο μυξαδενικός, η μυξαδενική αυτός, αυτή που πάσχει από μυξαδενία … Dictionary of Greek